Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  



ουροπορφυρίνη, η


Ερμηνεία:

Οποιαδήποτε από τις διάφορες πορφυρίνες που παράγεται με οξείδωση του ουροπορφυρινογόνου.  Μια ή περισσότερες πορφυρίνες υπεραπεκκρίνονται στα ούρα στις διάφορες πορφυρίες.



Ετυμολογία:



Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:



Συνώνυμα:



 Δείτε σχετικές φωτογραφίες της Google »


© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Βιοχημεία: